Tuesday, May 22, 2007

ΚΡΙΤΙΚΕΣ 8.

Η Αλωση, ή αλλιώς η παθο γένεια μιας αυτοκρατορίας

Το χρονικό αποσιωπημένων αληθειών και υπόγειων συγκρούσεων

Στην αρχή νομίζει κανείς ότι πρόκειται γι' άλλο ένα αδιάφορο βιβλίο, που επιχειρεί να αναπλάσει μια εποχή -ειδικότερα την παλαιολόγεια περίοδο, λίγο πριν αλλά και μετά την Αλωση. Βλέπει βέβαια τη γλώσσα με την ατμοσφαιρικότητά της και την αχλή της εποχής, αναγνωρίζει το ύφος, που διακρίνεται για τη συγκρατημένη του φύση, είτε αφορά το ρεαλιστικό είτε το ονειρικό στοιχείο. Κι από κει και έπειτα, τι καινούριο μπορεί να προσφέρει αυτό το έργο στον αναγνώστη, αν ο τελευταίος δεν μαγευτεί από την εναλλαγή των χρονικών επιπέδων του, που καταρχάς φαντάζει απλώς ένα μοντερνιστικό τέχνασμα, αρκετά συνηθισμένο πλέον;

Σταδιακά βρήκα στην «Ιερή παγίδα» τα αιρετικά εκείνα στοιχεία που το εντάσσουν στο (μετα)μοντέρνο ιστορικό μυθιστόρημα και δείχνουν ότι μπορεί κανείς να διαβάσει ένα τέτοιο αφήγημα, όχι μόνο για να γνωρίσει το παρελθόν και να μάθει (πάει πλέον ο καιρός που διάβαζε κανείς λογοτεχνία, μόνο και μόνο από ιστορική περιέργεια), αλλά και για να ξαναδεί την ιστορία με άλλη ματιά.

Η ανανέωση του ιστορικού μυθιστορήματος

Το σύγχρονο ιστορικό μυθιστόρημα (ή η ιστοριογραφική μεταμυθοπλασία, για τους ειδικούς) διαφέρει από τον κλασικό πρόγονό του και αναπτύχθηκε στην Ελλάδα από τη δεκαετία του '80 με έργα όπως η «Ιστορία» του Γ. Γιατρομανωλάκη (1982), «Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά» της Ρ. Γαλανάκη (1989), η «Ζαΐδα ή η καμήλα στα χιόνια» του Αλ. Πανσέληνου (1996), «Ο Καρτέσιος στην Τρίπολη» του Κ. Βούλγαρη (2003), το «Αθώοι και φταίχτες» της Μ. Δούκα (2004) κ.ά.

Σ' αυτά τα κείμενα η ιστορία ξαναδιαβάζεται και ξαναγράφεται παράλληλα με την επίσημη ιστοριογραφία, αφού στην ουσία αποτελεί κι αυτή μια ανθρώπινη κατασκευή και όχι μια αντικειμενική πραγματικότητα. Οι ίδιοι οι ιστορικοί, αναστοχαζόμενοι την επιστήμη τους, αντιλαμβάνονται πως η πραγματικότητα μπορεί να είναι μία και μοναδική, η θέασή της όμως είναι πάντοτε πολλαπλή και γι' αυτό ιδεολογικά υποκειμενική. Παράλληλα, ο συγγραφέας κοιτάζει το παρελθόν με τη δική του οπτική γωνία, η οποία είναι εξίσου ιδεολογικά προσδιορισμένη με του ιστορικού, αλλά έχει το πλεονέκτημα της ψυχολογικής και αισθητικής αντιμετώπισης της ζωής.

Στις τάσεις της «μεταμοντέρνας φανταστικής ιστοριογραφίας» (ο όρος του F. Jameson) ανήκει και η περιθωριοποίηση των μέχρι πρότινος παραδεδομένων αυθεντιών και κέντρων, όπως του άρρενος, του έθνους και της εξουσίας, με την αξιοποίηση αφανών πηγών και την ανάδειξη ανθρώπων και φωνών ξεχασμένων από την εγκεκριμένη ιστοριογραφία. Ετσι, η γυναικεία παρουσία προβάλλεται περισσότερο, καθώς οι συγγραφείς επιδιώκουν συχνά να δείξουν τον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι γυναίκες, οι εθνικιστικές κορόνες μετριάζονται και αντικαθίστανται από μια διεθνιστική ματιά και τέλος η εκάστοτε εξουσία αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων.

Αλωση ή παράδοση;

Τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του σύγχρονου ιστορικού (μετα)μυθιστορήματος, που προανέφερα, χρησιμοποιεί και η Λεία Βιτάλη στο βιβλίο της. Το βασικό θετικό γνώρισμά του είναι ότι προσπαθεί να ανιχνεύσει τα αίτια της Αλωσης, χωρίς να ανατρέχει σε εικασίες τύπου Κερκόπορτας (ως εγκληματικής αμέλειας) ούτε στη στρατιωτική υπεροχή των Τούρκων, αλλά εστιάζοντας στην εσωτερική φθορά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Είναι πολύ ενδιαφέρον να βλέπει κανείς μέσα στο κείμενο τις διαμάχες ενωτικών και ανθενωτικών, οπαδών της αντίστασης και αυτών που πίστευαν στην παράδοση, εκκλησιαστικών και αυτοκρατορικών κύκλων κ.λπ. Η Αλωση της Πόλης επήλθε ως αποτέλεσμα της άλωσης των ιδεωδών που πρέσβευε η Αυτοκρατορία, της παρακμής των θεσμών και των δυνάμεων που τη στήριζαν ώς τότε -και γι' αυτό νομοτελειακά έφτασε σ' ένα τέλος και η ύπαρξή της.

Από την άλλη, αναδύονται δευτερεύουσες μορφές, όπως ο μυθιστορηματικός πρωταγωνιστής Ιάκωβος, και δίνεται η ιστορία από τη δική τους σκοπιά. Ετσι, αναπλάθεται η ψυχολογία των προσώπων, άλλοτε με ηρωικά κι άλλοτε με αντιηρωικά χαρακτηριστικά, με τις ανθρώπινες ατέλειές τους, αλλά και με τα κίνητρά τους σε κάθε στιγμή της δράσης. Η ανθρωπιστική προοπτική με τα χειρόγραφα που σώζονται από τον Ιάκωβο σηματοδοτεί την αναγέννηση των γραμμάτων στη Δύση και τη μετέπειτα επανανακάλυψη της κλασικής αρχαιότητας από την Ευρώπη. Πίσω από τα γνωστά πρόσωπα του αυτοκράτορα Παλαιολόγου και του Βενετού συμμάχου Ιουστινιάνη κινείται ο ανθενωτικός Λουκάς Νοταράς, πατέρας του πρωταγωνιστή Ιάκωβου, και ο επίσκοπος Ανθιμος. Αν δει κανείς το θέμα από την ιστορική του βάση, η Βιτάλη, εξίσου μονόπλευρα με την καθιερωμένη άποψη, κατηγορεί κύκλους της Εκκλησίας για εθελούσια παράδοση στους Τούρκους και φωτίζει τις πτυχές μιας τέτοιας εκδοχής. Αν το δει λογοτεχνικά, το σύμπαν που χτίζεται είναι πειστικό και αληθοφανές μέσα στα ιστορικά του συμφραζόμενα, που δεν αφήνουν κενά και δεν αντιφάσκουν μεταξύ τους.

Η προσπάθεια της συγγραφέως είναι άξια λόγου ως απόπειρα επανεκτίμησης πτυχών της ξεχασμένης μας ιστορίας. Το παιχνίδι εντέλει με τα χρονικά επίπεδα αποβαίνει πολύ πετυχημένο, καθώς μέσω αυτού ξεδιπλώνεται το πριν και το μετά της Αλωσης, τα αίτια και τα άμεσα αποτελέσματά της, η ζωή των Βυζαντινών στην Πόλη και στη Βενετία. Εντούτοις, δεν απέφυγε λάθη, όχι τόσο στην κατόπτευση του υλικού της όσο στη μυθοπλαστική του μετάπλαση.

Η πεζογράφος επιχείρησε να θέσει -κατά τα σύγχρονα έκκεντρα πρότυπα- τη γυναίκα στο κέντρο της δράσης, και γι' αυτό βάζει την Ιουστίνη να αφηγείται, αλλά, επειδή δεν μπορούσε να είναι στο επίκεντρο των γεγονότων, υιοθετεί (μεταφυσικώ τω τρόπω) την οπτική γωνία του αδελφού της Ιάκωβου. Μάλλον όμως αυτό δεν απέδωσε μέσα στο έργο, καθώς η εναλλαγή οπτικής γωνίας δεν έδεσε με την αφήγηση των γεγονότων. Η ίδια η αφηγήτρια φαίνεται αχρείαστη, καθώς ο αδελφός της γίνεται κατ' ουσίαν, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, φωνή και οπτική γωνία του κειμένου, διά της τεθλασμένης οδού αφηγητής και ήρωας, που πλήρωσε οικτρά πάνω στο κορμί του αλλά και κατάφερε στο τέλος να εκδικηθεί. Δεν έδεσε επίσης και η αναφορά στον αναγνώστη, όπως γινόταν στα χρονικά (το έκανε και η Γαλανάκη στα «Αμίλητα, βαθιά νερά»), γιατί τέθηκε ασύνδετα και χωρίς συνέπεια μέσα στο βιβλίο, πιο πολύ για να δικαιολογήσει τον χαρακτήρα του χρονικού παρά για να υπηρετήσει άλλο βαθύτερο λόγο.

Η ανάγνωση πολλές φορές βαλτώνει και μπορεί να μη φανεί ενδιαφέρουσα για τον κλασικό αναγνώστη ιστορικών μυθιστορημάτων. Ενας πιο υποψιασμένος ωστόσο αποδέκτης, αν σταθεί στα αίτια πίσω από τα γεγονότα και στις δυνάμεις της ιστορίας πίσω από την επιφάνεια, θα ανταμειφθεί από την ανάγνωση.

ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ- Ελευθεροτυππίας (4/05/2007)




Labels:

Tuesday, May 15, 2007

ΚΡΙΤΙΚΕΣ 7.

Η Ιερή Παγίδα της Λείας Βιτάλη

Πιστεύω ακράδαντα στην κρυφή φωνή των πραγμάτων και των πόλεων, στην κρυφή πτυχή των γεγονότων. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται η προσωπική μυθολογία του καθενός μας. Με όσα είδε και δεν ξέχασε ποτέ. Με όσα ξέχασε, αλλά το συναίσθημα ή η μνήμη του ανακαλεί επιλεκτικά- και κάπως «διορθωμένα». Με όσα σκέφτηκε, ονειρεύτηκε, έπλασε, επινόησε, άλλαξε. Αυτός είναι ο κόσμος του καθενός μας: ένα υποκειμενικό νησάκι μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων που πότε εντάσσεται και πότε πλέει μονάχο, σαν σχεδία η οποία έρχεται και φεύγει αέναα.
Πιστεύω και ότι η μοίρα του ανθρώπου αλλάζει πάντοτε σε δραματικές συγκρούσεις με την Ιστορία, χωρίς αυτό να φαίνεται πουθενά στις επίσημες καταγραφές- καταγραφές του νικητή, έτσι κι αλλιώς. Πώς χάθηκε η προγιαγιά μου; Με ρωτά και με ξαναρωτά η αγαπημένη μου Σααντέτ από τη Σμύρνη. Φεύγοντας, της λέω, με τη δική μου γιαγιά και με άλλα τέσσερα αδέλφια, όλα κάτω από 15, ορφανά. Ξέρω, μου απαντά, στην ανταλλαγή των πληθυσμών.
Δεν φταίει η μικρή μου, η ακριβή μου. Οι νικητές δεν σημείωσαν (ούτε καν σε υποσημείωση) το αυτονόητο: πως ήταν πόλεμος και σκοτωνόταν κόσμος. Το δέχεται όταν της το λέω. Ομως, εξ αυτού, ανησυχώ πολύ γιατί, όταν οι πρωταγωνιστές απομακρύνονται, η αλήθεια του καθενός υποχωρεί εμπρός στη γενική αλήθεια (αν υπάρχει κάτι τέτοιο). Και δεν φοβάμαι για τη Σμύρνη αλλά για τον εμφύλιο, που, όσο πάει και χάνουμε εκείνους που αναμείχθηκαν και θα μείνει σε λίγο η ψυχρή άποψη των ιστορικών ενώ εμείς που ακούσαμε τις αφηγήσεις των ανταρτών γονιών μας ζούμε ακόμη. Κι ωστόσο, η ιστορική άποψη είναι κι εκείνη αναγκαία. Τι θα ήταν τα πράγματα χωρίς τον Θουκυδίδη και τον Επιτάφιό του; Αλλά, τα ευρήματα από το Δημόσιο Σήμα που δίνουν «πρόσωπα» στους τότε νεκρούς υπερασπιστές της πατρίδας, δεν είναι εξίσου συγκινητικά;
Μακρηγορώ, αλλά θέλω να παρουσιάσω επακριβώς το πλαίσιο μέσα στο οποίο μου «μίλησε» η Ιερή Παγίδα της Λείας Βιτάλη. Η μοίρα του ανθρώπου μέσα στη λαίλαπα των ιστορικών γεγονότων, που, βεβαίως, την επηρεάζουν. Η αληθινή μοίρα, και η επινοημένη. Ενός προσώπου, πολλών προσώπων. Κυρίων και δευτερευόντων. Ακόμα και κάποιων- η πολλών- που δεν έχουν υπάρξει αληθινά.
Η συγγραφέας ξεκινά από βάσεις εξαιρετικά στέρεες: εκτός από το αδιαμφισβήτητο ταλέντο της, έχει πείρα στη γραφή, εξαιρετική γνώση της τοπογραφίας της Κωνσταντινούπολης και γνώση- εκ των έσω, θα λέγαμε, ως εκ της καταγωγής της- της Ιστορίας. Βεβαίως, η καταγωγή δεν φτάνει. Και εκείνη εμπλούτισε πολύ τις γνώσεις της και τις πηγές της. Οπως «εμπλούτισε» και τους χαρακτήρες του μυθιστορήματός της αυτού.
Κωνσταντινούπολη, λοιπόν, 1453. Η Θεοσκέπαστη, η Βασιλεύουσα, η Πόλις, είναι έτοιμη να πέσει. Στο βάθος- βάθος ακούγεται το πλήθος που την έχει ήδη παραδώσει (ως προς την επιθυμία αλλά και τη συνείδησή του). Δεν υπάρχουν ηρωικοί μαχητές- υπερασπιστές. Ενας κουρασμένος όχλος υπάρχει, ο οποίος άγεται και φέρεται από τους ηγέτες του. Δεν θέλει να πολεμήσει, γιατί πιστεύει ότι θα τη βολέψει με τον Μωάμεθ τον Πορθητή και με τον Τούρκο. Μισεί όσους προσπάθησαν να γεφυρώσουν το σχίσμα με την Καθολική Εκκλησία και προτιμά να τουρκέψει η Αγιά Σοφιά παρά να πατήσει ξανά το πόδι του εκεί για λειτουργία ο καθολικός καρδινάλιος.
Κινδυνεύω να επισύρω την μήνιν των «ελληναράδων» αλλά κάπως έτσι, όπως την δίνει η Λεία Βιτάλη στο μυθιστόρημά της, είναι και η δική μου αίσθηση για τις τελευταίες εβδομάδες της Κωνσταντινούπολης, από τα διαβάσματα τόσων χρόνων. Και μιλώ για τις διάφορες πηγές, όχι για διαστρεβλωμένες παρουσιάσεις που γέρνουν προς τα εδώ και προς τα εκεί. Δεν είναι γι’ αυτό, όμως, που το πλαίσιο μου φαίνεται εξαιρετικά καμωμένο. Είναι διότι, όποια και αν τελικά είναι η ιστορική αλήθεια (γιατί υπάρχει και το λεγόμενο «αντικειμενικό») η συγγραφέας κατάφερε να δώσει τη δραματική και πλήρη εικόνα μιας πόλης ελάχιστα πριν από την πτώση της και αμέσως μετά. Με την ανάσα του Πολέμου και της Κατάκτησης να ακούγεται στο σβέρκο της. Σπουδαίο επίτευγμα!
Εννοείται ότι μονάχα αυτό δεν θα έφτανε. Και πράγματι, η συγγραφέας προχώρησε. Με μαεστρία και με την ικανότητα εξαιρετικού τεχνίτη, κατόρθωσε να στήσει μέσα σε αυτό το σκηνικό τη δική της ιστορία. Αφηγείται η κόρη του Λουκά Νοταρά, του πρωθυπουργού όταν έγινε η άλωση. Στη διάρκεια της αφήγησης παρουσιάζεται και άλλο ένα πρόσωπο ως κυρίαρχο, αυτό που είναι και ο αληθινός πρωταγωνιστής του βιβλίου. Ο Ιάκωβος Νοταράς, ο μικρός, αγαπημένος άγγελος της οικογένειας, ο χαϊδεμένος γιός που θα περάσει δια πυρός και σιδήρου από τα 13 του και μέχρι το τέλος του μυθιστορήματος.
Αφήγηση πυκνή, με στοιχεία επινοημένα ή πραγματικά που πείθουν και την εξυπηρετούν, χαρακτήρες δομημένοι σωστά, πλοκή που εξελίσσεται σπειροειδώς. Με έναν μοντέρνο τρόπο, η Λεία Βιτάλη στήνει ένα ιστορικό μυθιστόρημα- που, πάντως έχει αρχή, μέση και τέλος. Πότε μέσα από τα μάτια της κόρης και πότε μέσα από αυτά του γιου των Νοταράδων, μας παρουσιάζει μια ιστορία γεμάτη ίντριγκες, πάθη, ανατροπές, χαρές, λύπες, εξάρσεις, μετουσιώσεις. Μια συναρπαστική ιστορία! Η εξαίσια γραφή της σε κάνει να παρακολουθείς με αμείωτο ενδιαφέρον και κάποιες φορές με κομμένη την ανάσα τη ζωή του μικρού Ιάκωβου για τον έρωτα του οποίου, λέει η Βιτάλη, επέμεινε ο Μωάμεθ να κυριεύσει την Πόλη.
Τι κι αν ήταν, τι κι αν δεν ήταν έτσι; Πάντως η άλωση πέρασε από το μικρό τρυφερό κορμάκι του: τον ευνούχισαν, τον μαστίγωσαν, τον κράτησαν δούλο, αλλά και μοιράστηκε το κρεβάτι του με τον Πορθητή. Η μεγάλη αδυναμία του Μωάμεθ προς εκείνον θα τον κάνει να λάβει την απόφασή του στα δύσκολα: να επιστρέψει για να τον σκοτώσει, ώστε να ωφεληθεί η πατρίδα. Αλήθεια; Ψέματα; Ποιος νοιάζεται, αλήθεια, με ένα τέτοιο κείμενο, που σπαρταράει;
Δεν έχει λοιπόν αδύνατα σημεία το βιβλίο; Κατά την άποψή μου ελάχιστα. Είναι εκείνα στα οποία αφηγείται η κόρη και ρωτά κάθε τόσο την άποψη του φανταστικού μελλοντικού της αναγνώστη. Κάτι που θα ήταν μάλλον απίθανο να συμβαίνει, αφού η νεαρά, κανονικά, δεν θα πρέπει να είχε αίσθηση ότι τα γραφτά της θα διαβαστούν. Επίσης, σε κάποιες στιγμές, ξεφεύγουν λέξεις της δικής μας σημερινής καθημερινότητας. Κατά τα λοιπά, είναι άψογο αφού οι μεν συμπτώσεις με τα φυλακτά αποδεικνύεται ότι δεν ήταν συμπτώσεις παρά μόνο στο μυαλό του Ιάκωβου (το λέω γιατί στην αρχή τόσες συμπτώσεις με είχαν προβληματίσει) τα δε λογικά άλματα που γίνονται δεν έχουν κενά.
Για να συνοψίσω: ένα καλογραμμένο, εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, το καλύτερο που έχω ίσως διαβάσει τον τελευταίο καιρό, με τις πτώσεις και τις ανόδους των ηρώων του, με μια ατμοσφαιρική σφραγίδα μοναδική και με θαυμαστή αφήγηση. Σαν να ήμουνα εκεί ένιωθα όσο το διάβαζα. Σαν να παρακολουθούσα με σφιγμένη την καρδιά και κομμένη την ανάσα. Και μετά, σαν να παρακαλούσα, στη Βενετία πια, να αλλάξουν τα πράγματα, να μην υπάρχει πια τόσος πόνος, τόσο δάκρυ. Μου είναι ακατανόητο πώς δεν είναι από τότε που εκδόθηκε μέχρι τώρα αδιαλείπτως στα ευπώλητα. Μακράν το ωραιότερο του 2006!

Από την ΕΑΡΙΝΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ (http://many-books.blogspot.com στις 7.4.2007)

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΣΤ

elpida said...

Χριστός Ανέστη και Χρόνια Πολλά, εαρινή μου συμφωνία! Ελπίζω να πέρασες ωραία το Πάσχα!
Για αυτό το βιβλίο έχω ακούσει πολύ καλά λόγια και νόμιζα πως ήταν στα ευπώλητα. Δεν το έχω διαβάσει ακόμα, αλλά είναι στη λίστα μου.Τώρα που διάβασα την κριτική της Ελένης Γκίκα και την δική σου, θα του δώσω προτεραιότητα. Ακούγεται πολύ ενδιαφέρον!

scalidi said...

Εγώ δεν τρέφω καμία ιδιαίτερη προτίμηση στα ιστορικά μυθιστορήματα -για την ακρίβεια συχνά τα βαριέμαι- αλλά αυτό ήταν διαφορετικό της Λείας. Ήταν ένα βαθύ ψυχικό τοπίο που με έκλεισε μέσα στην υποβλητική του ατμόσφαιρα και δεν μπόρεσα ούτε να του αντισταθώ ούτε να του ξεφύγω.

elpida said...

Σταυρούλα μου, κι εγώ δεν τα πάω καλά με τα ιστορικά. Με έπεισε όμως η φιλενάδα μας από δω και σήμερα τ' αγόρασα.
Χριστός Ανέστη, Σταυρούλα μου!

Εαρινή Συμφωνία said...

Για τα ιστορικά μυθιστορήματα συμφωνώ, όπως συμφωνώ και γι' αυτό που λες περί της Ιερής Παγίδας.
Κατερίνα- κυκλάμινο, δεν θα χάσεις, πίστεψέ με.

kyriaz said...

Καλογραμμένη κριτική παρουσίαση του βιβλίου-αληθινή διαφήμιση...
Αναρωτιέμαι ποια είναι η άποψη της κυρίας Βιτάλη τόσο για τα πολλά θετικά όσο και για τα ελάχιστα αρνητικά που επισημαίνεις...

ioeu said...

Έξοχο κείμενο για ένα πραγματικά έξοχο βιβλίο!
Να μου επιτρέψεις να επισημάνω (κάτι που έχω κάνει και άλλου)ότι οι επαναλαμβανόμενες "έξοδοι" προς τον αναγνώστη είναι ένα αφηγηματικό εύρημα της Βιτάλη που με ενθουσίασε. Αφήνει να ξεδιπλωθεί η λεπτή ειρωνεία και να σχολιάσει εμμέσως συμπεριφορές και ιδέες...

Ως προς τις λέξεις της δικής μας καθημερινότητας, μπορείς να μου επισημάνεις μια δυο για να δω τι εννοείς?

Η προσέγγισή σου "σάρκινη", ανάλογη με το περιεχόμενο του βιβλίου...

Εαρινή Συμφωνία said...

Για να πω την αλήθεια, Kyriaz, με την κ. Βιτάλη δεν γνωριζόμαστε καθόλου μα καθόλου, κι έτσι δεν ξέρω την άποψή της.
Ioeu αγαπητέ, μόλις επιστρέψει στα χέρια μου το βιβλίο, θα σου πω. Μέχρι στιγμής βρίσκεται... σε ξένα χέρια (ήτοι, το δανείστηκαν οι φίλοι μου). Για να σου πω και τον πόνο μου, όχι διότι διάβασαν το κείμενό μου- ούτε καν ότι έχω μπλογκ δεν το γνωρίζουν, πλην του alef- αλλά διότι τους το είπα προφορικά! Εννοώ πάντως κάτι σαν «πλάκα που έχει» (μη το πάρεις αυτολεξεί. Τέτοιες εκφράσεις).

Λεία Βιτάλη said...

Ευχαριστώ θερμά την Εαρινή Συμφωνία για τα καλά της λόγια. Η χαρά μου είναι μεγάλη διότι κατόρθωσα να "επικοινωνήσω" μαζί της μέσω του βιβλίου μου κι αυτό είναι το ζητούμενο ενός συγγραφέα. Άλλωστε αυτό πιστεύω για την τέχνη έτσι κι αλλιώς. Ότι το ζητούμενο είναι η επικοινωνία.
Έχω ως αρχή μου να μη σχολιάζω τις κριτικές που αναφέρονται στα βιβλία μου. Το κάνω μόνον όταν προσκληθώ. Επειδή λοιπόν ο
kyriaz
αναρωτήθηκε ποια είναι η γνώμη μου για τα σχόλια της εαρινής συμφωνίας θέλω να πω ακριβώς το ίδιο. Δεν σχολιάζω τα σχόλια. Είναι προσωπικές απόψεις. Για τα πολλά θετικά χαίρομαι. Για τα ελάχιστα αρνητικά χαίρομαι επίσης.
ioeu
Σ' ευχαριστώ για την διεισδυτική ματιά σου.
elpida
Καλή μου, η Ιερή Παγίδα δεν είναι στα ευπώλητα. Ούτε σε κάποια λίστα για βράβευση. Σ' ευχαριστώ πάντως που θεώρησες ότι θα ήταν εκεί.

Εαρινή Συμφωνία said...

Λεία Βιτάλη, ευχαριστώ για την επίσκεψη. Πραγματικά το απόλαυσα το βιβλίο, κάτι που- αλήθεια το λέω- δύσκολα μου συμβαίνει τα τελευταία χρόνια. Να είστε καλά και να γράφετε.

ioeu said...

να είστε καλά και να δανείζετε!...
τελώ εν αναμονή...
τα σέβη μου!

elpida said...

Κυρία Λεία Βιτάλη
Κυρία Λεία μου, σίγουρη ήμουν! Γι΄αυτό και ξαφνιάστηκα! Με τόση "προίκα" πίσω σας και τέτοια μόρφωση, το θεώρησα δεδομένο!
Τελικά,είμαι πολύ εκτός!
Εγώ πάντως σας θαυμάζω, γενικώς! Σας έχω πολύ ψηλά και δεν πρόκειται καμμιά λίστα ή βράβευση να σας αλλάξει θέση. Έχω δει το μπλογκ σας και μάλιστα δεν έγραφα εκεί, (μετά), για να μη λένε κάποιοι, ότι έρχομαι για να κλέψω απ' την δόξα σας. Κι όχι μόνο στο δικό σας μπλογκ, αλλά και σε άλλων ανθρώπων και συγγραφέων που θαυμάζω.
(Δικό μου βέβαια το πρόβλημα! Προέκυψε όμως στην πορεία, γιατί στην αρχή έγραφα παντού.)
Πήρα το βιβλίο σας, αλλά περιμένω να φύγουν οι μουσαφιρέοι μου για να το διαβάσω. Δεν είμαι κριτικός, μα ότι νιώσω, θα σας το στείλω με μαιλ! Να είστε σίγουρη!
Να είστε καλά, πάντα να γράφετε και να ξέρετε πως η λίστα βρίσκετε στις καρδιές των ανωνύμων αναγνωστών. Εγώ τουλάχιστον εκεί την βρίσκω και ξέρω πως έχω καταλάβει μια σταθερή θέση. Σαν μέτρημα μπορεί να είναι μικρή, μα σαν εκδήλωση είναι μεγάλη! Είναι τα γράμματα, τα τηλέφωνα, οι αληθινές αγκαλιές!
Κι αυτά νομίζω σε σας δεν λείπουν!
Έτσι δεν είναι;
Χάρηκα που τα είπαμε, έστω κι από δω! Πιστεύω θα σας γράψω σύντομα.
Καλές εμπνεύσεις και Καλή επιτυχία στην Ιερή παγίδα που και ο τίτλος ακόμα, με βάζει σε αγωνία!
Καλό ξημέρωμα!
Με εκτίμηση
Κατερίνα

Katoikidio said...

Αγαπητή Εαρινή Συμφωνία,
Μέσα στις Πασχαλινές διακοπές διάβασα το βιβλίο της Λείας Βιτάλη μαζί με μερικά άλλα για να συμπληρώσω την άποψή μου περί της βιβλιοπαραγωγής του 2006. Θα ήθελα να σάς πληροφορήσω ότι καθ' υπόδειξή σας συμπεριέλαβα το βιβλίο μαζί με κάποια άλλα στη λίστα της ψηφοφορίας. Οπότε μπορείτε να το ανακοινώσετε στους φίλους σας στη μπλογκόσφαιρα.
Δεν θα γράψω σχόλια τώρα, αλλά θα παραπέμψω σε κριτικές του βιβλίου όταν έρθει η ώρα.

elpida said...

Αγαπημένη μου εαρινή συμφωνία, είχες μεγάλο δίκιο! Σε παραδέχομαι!
Διάβασα την Ιερή Παγίδα και έμεινα! Αυτό το βιβλίο δύσκολα θα το ξεχάσω! Η Λεία είναι μεγάλο ταλέντο! Κι όσο σκέφτομαι πως "δένει" τόσο ταιριαστά αλήθειες και φαντασία, τόσο πιο πολύ την θαυμάζω! Σα να τα έζησε η ίδια!
Να είναι καλά και να γράφει, καθώς κι εσύ! Να μας προτείνεις καλά βιβλία και να γράφεις συνάμα....
μη ξεχνιόμαστε!
Α! και μια διαφωνία μεταξύ μας!
Εμένα μου άρεσαν πολύ αυτές οι αθώες πεταχτές ερωτήσεις μεσ΄το βιβλίο! Τις έβρισκα σαν βαθιές ανάσες για να συνεχίσω παρακάτω ή με προβλημάτιζαν περισσότερο.
Το είδα πρώτη φορά σε βιβλίο και πολύ μ' άρεσε!
Γούστα είναι αυτά! Ε;
Φιλιά πολλά!
Καλό βράδυ!
Και συγχαρητήρια για την κριτική σου!Εννοείται!

ange-ta said...

Καταπληκτικό βιβλίο, όπως και το παραμύθι του μεγάλου φόβου!
Εξαίρετη η Λεία, να είναι καλά να έχει εμπνεύσεις και να μας γράφει ωραία βιβλία.
(τώρα γιατί έχω την εντύπωση, ότι αυτό το σχόλιο μου το έχω ξαναγράψει σ αυτό το μπλόγκ;; τρέχα γύρευε)
καλό μήνα ε.σ. και καλή πρωτομαγιά

Labels:

Sunday, May 13, 2007

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ 4.

ΛΕΙΑ ΒΙΤΑΛΗ

Η ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ
ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ


Πολυγραφότατη και πολυβραβευμένη η Λεία Βιτάλη επανέρχεται στο λογοτεχνικό προσκήνιο με την «Ιερή Παγίδα», ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στην Κωνσταντινούπολη και την Αδριανούπολη στους καιρούς της Άλωσης. Η συγγραφέας μιλάει στο «
HEART» για την τέχνη της, τον πολιτισμό και την πολιτική.

Οι οικογενειακές σας ρίζες βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη. Στην «Ιερή Παγίδα» γράφετε για την Πόλη και την Αλωση. Είναι, άραγε, αυτό το βιβλίο ένας νόστος;

« Κάτι περισσότερο, θα έλεγα. Μια βουτιά στο παρελθόν που μας έχει διαμορφώσει. Γιατί αυτό πιστεύω ότι είναι η ιστορία. Ένα σύνολο από αιτίες που μας οδήγησαν μέχρις εδώ. Και φυσικά θεωρώ την άλωση κορυφαίο γεγονός, όχι μόνο των Βαλκανίων, αλλά και της Δύσης γενικότερα.»

Το Βυζάντιο σαν εποχή σας διευκολύνει να μιλήσετε για το σήμερα;

«Ακριβώς. Ήθελα να μιλήσω για το σήμερα. Αλλά τα γεγονότα της επικαιρότητας είναι ένα καυτό υλικό που σε αναγκάζει να βρίσκεσαι εν θερμώ όταν θέλεις να μιλήσεις γι’ αυτά. Δηλαδή για τον πόλεμο, για την ήττα των αδύναμων, για την απληστία των δυνατών, για την εκμετάλλευση, για τον θάνατο των ανυπαίτιων. Η εποχή του Βυζαντίου είναι μια σκοτεινή εποχή σαν τη δική μας και τα εμπεριέχει όλ’ αυτά. Μιλώντας για τότε είναι σαν να μιλάς για τώρα. Βλέπεις ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και ίσως αυτή την επανάληψη να μη μπορέσουμε να τη σταματήσουμε ποτέ. Το γεγονός ότι η Κωνσταντινούπολη είναι ο τόπος της καταγωγής μου με έκανε να γυροφέρνω εκεί τα τελευταία χρόνια ψάχνοντας τις ρίζες μου. Εκεί λοιπόν συναντήθηκα με έναν ήρωα που δεν είπε γι’ αυτόν πολλά η επίσημη ιστορία. Τον μικρότερο γιο του τελευταίου πρωθυπουργού του Βυζαντίου, τον Ιάκωβο Νοταρά, για τον οποίον άλλοι λένε ότι τον σκότωσε ο Μωάμεθ ο Πορθητής μετά την άλωση κι άλλοι ότι τον απήγαγε στο χαρέμι του νιώθοντας γι’ αυτόν ερωτική έλξη. Δίνω λοιπόν μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας εκείνων των χρόνων μέσα από τη ζωή αυτού του δεκατετράχρονου πρίγκιπα, που η άλωση πέρασε στην κυριολεξία από το κορμί και την ψυχή του. Γι αυτό το βιβλίο δούλεψα 11 χρόνια. Δεν ξέρω αν έγραψα ένα καλό, όπως λένε, βιβλίο, αλλά, θέλω να πιστεύω, ότι βγήκα απ’ αυτό λιγάκι πιο σοφή.»

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Συμμερίζεστε την άποψη ότι πρέπει να διαγράψουμε ό,τι «ξύνει πληγές» στις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας; Ή, για να το θέσω διαφορετικά, είναι δυνατόν και υπό ποιες προϋποθέσεις η γνώση της Ιστορίας να ενώσει;

« Έχουμε υποχρέωση, πιστεύω, να κοιτάξουμε κατάματα το κοινό μας παρελθόν, τις πληγές μας που λέτε, και να αναρωτηθούμε για τους ενόχους. Είναι γνωστό πλέον ότι η διδασκαλία της ιστορίας έχει σκοπό, όχι τη γνώση, αλλά, κατά κάποιον τρόπο, τον υποδαυλισμό των αντιθέσεων μεταξύ των λαών δημιουργώντας εθνικούς ήρωες. Ωστόσο, για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω ότι η γνώση της ιστορίας και μόνον είναι ικανή να ενώσει. Χρειάζεται πολιτική βούληση και εκπαίδευση χρόνων.»

Ποια καινούρια, ή όχι τόσο γνωστά ιστορικά στοιχεία κομίζετε με το μυθιστόρημά σας;

«Κατά τη γνώμη μου το καινούριο ιστορικό μυθιστόρημα δεν έχει λόγο ύπαρξης αν δεν φέρνει στο φως νέα στοιχεία. Ή τουλάχιστον μια άλλη άποψη. Στην «Ιερή Παγίδα» υπάρχουν νέα στοιχεία καθώς και μια νέα οπτική της άλωσης, του ρόλου του κλήρου και των αρχόντων, του πάπα και της ταυτότητας των Ελλήνων. Δεν τα ανακάλυψα προσωπικά, δεν είμαι ιστορικός, αλλά τα καταθέτω σαν άποψη στους αναγνώστες μου μέσα από μια αφήγηση σαν παραμύθι.»

Το ιστορικό μυθιστόρημα μπορεί να διδάξει Ιστορία;

«Δεν θα έλεγα ότι αυτός είναι ο στόχος. Αλλά σίγουρα δίνει ερεθίσματα για να σκύψεις πάνω στην ιστορία. Και το κυριότερο είναι, πιστεύω, ότι μπορεί να διευρύνει τους ορίζοντες της κρίσης του αναγνώστη. Το διάβασμα σημαντικών βιβλίων έτσι κι αλλιώς διευρύνει την κρίση. Κόντρα στην ισοπέδωση και τον σκοταδισμό των «τυποποιημένων» απόψεων.»

ΡΟΚ ΚΑΙ ΛΑΓΝΕΙΑ

Με ποιο μουσικό θέμα θα συνδυάζατε την ανάγνωση της «Ιερής Παγίδας»;

«Με το “Harem” της Sarah Brightman αλλά και τους Γρηγοριανούς Ύμνους από τη λειτουργία της Αγίας Παρασκευής, με το “Magic Carpet Ride” των Bedlam αλλά και το “Earth upon Earth” των Μediaeval Baebes και ό,τι άλλο συνδυάζει μυστικοπάθεια, λαγνεία και ροκ.»

Τι είναι για σας η τέχνη της γραφής;

«Η τέχνη να απελευθερώνεις τα φαντάσματα του υπογείου. Για να δουλέψει ο συγγραφέας, ακόμη και ένα ιστορικό μυθιστόρημα, χρησιμοποιεί κομμάτια του εαυτού του. Αν ο συγγραφέας ακολουθεί… το ένστικτό του, κάνει πάντα το καλύτερο που μπορεί. Όσο πιο αληθινό, τόσο πιο εκρηκτικό το μείγμα πραγματικότητας και μυθοπλασίας. Και τόσο πιο αληθοφανές. Αλλά χρειάζεται τόλμη από πλευράς του συγγραφέα. Να είναι έτοιμος γι’ αυτό «σαν από καιρό». Φυσικά είναι επώδυνο. Αλλά και λυτρωτικό. Στα μαθήματα δημιουργικής γραφής, που κάνω κατά καιρούς, η πρώτη άσκηση που δίνω έχει να κάνει με μια βουτιά στον εαυτό μας.»

Με ποιους τρόπους, πέραν του έργου του, δύναται ο άνθρωπος των Γραμμάτων να αντισταθεί στην ομοτροπία, στην ευτέλεια και στην ακαλαισθησία που κυριαρχούν, αν μη τι άλλο σε επίπεδο εντυπώσεων;

«Μα ο άνθρωπος των Γραμμάτων, κύριε Χρονόπουλε, δεν παύει να είναι άνθρωπος. Και γράφει πάντα αυτό που πιστεύει. Αν αυτό που πιστεύει έχει να κάνει με την αντίστασή του στην ευτέλεια και την υποκρισία και όλα αυτά που αναφέρετε, θα τα έχει ήδη κάνει πράξη στη ζωή του. Ο συγγραφέας είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που ανιχνεύεται στα γραπτά του. Ακόμη και αν υποκρίνεται το αντίθετο.»

Υπάρχει για τη λογοτεχνία «συνταγή επιτυχίας»;

«Η μόνη συνταγή που μπορώ να δώσω έχει ένα υλικό αλλά πολύ από αυτό. Αλήθεια! Όσο περισσότερη αλήθεια σηκώνει. Ακόμη και αν γράφεις δοκίμιο φιλοσοφίας ή «άρλεκιν» ή αλήθεια, η προσωπική αλήθεια εννοώ, θα το απογειώσει. Αλλά για να είμαστε και ρεαλιστές, μετά υπεισέρχεται και ο παράγων της αγοράς. Εκεί σηκώνω τα χέρια ψηλά. Οι νόμοι του μάρτεκινγκ είναι… κινέζικα. Έτσι κι αλλιώς προσωπικά ζούσα, ζω και θα ζω σ’ έναν κόσμο πέρα για πέρα αληθινό. Της φαντασίας!»

ΦΩΤΗΣ ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

(Δημοσιεύτηκε στο HEART του Ελεύθερου Τύπου)

Labels:

Wednesday, May 09, 2007

KΡΙΤΙΚΕΣ 6.

Το Βυζάντιο στην εποχή μας

Στο Παραμύθι του μεγάλου φόβου, ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα της Λείας Βιτάλη που εκδόθηκε εδώ και μια εξαετία ,η εξιστόρηση άρχιζε εβδομήντα χρόνια πριν από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης,με τον θάνατο του Ανδρόνικου Παλαιολόγου.Αλλά το μεγαλύτερο μέρος της επεκτεινόταν γεωγραφικά στα Βαλκάνια και στην Ελλάδα,στον `Αγιον `Ορος και στο Μυστρά,παρακολουθώντας τη ζωή,τις δοκιμασίες και τον θάνατο του Ιουβενάλιου,του αυτοκρατορικού νόθου που προσπάθησε να υλοποιήσει τις θεωρίες του δασκάλου του,Πλήθωνα του Γεμιστού, δημιουργώντας ένα άκρως επαναστατικό για την εποχή του,λαϊκό κίνημα των μη προνομιούχων,το οποίο συκοφάντησε και διέλυσε συστηματικά το μακρύ χέρι της τότε εκκλησιαστικής εξουσίας της βασιλεύουσας.Στην τωρινή,Ιερή Παγίδα, η Άλωση είναι ένα “χθεσινό” γεγονός.Μόλις πέντε χρόνια έχουν περάσει από την πτώση της Πόλης και οι τρεις θυγατέρες του μεγάλου βυζαντινού άρχοντα Λουκά Νοταρά,πρωθυπουργού του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, είναι εγκατεστημένες στη Βενετία, έχοντας διαφύγει έγκαιρα από τη μεγάλη σφαγή αλλά με τίμημα το πένθος για όσους της οικογένειας έμειναν πίσω και εκτελέστηκαν. Πατέρας και αδέλφια. Εδώ κάπου περνούν σε δεύτερη μοίρα οι συναινέσεις των ιστορικών,δηλαδή τα τεκμηριωμένα και επιβεβαιωμένα από διάφορες αρχειακές πηγές γεγονότα. Αρχίζει την καθαυτό δράση της η συγγραφική φαντασία,γεμίζοντας τα κενά της μεγάλης αφήγησης που είναι η Ιστορία με τα μικρότερα αλλά όχι και επουσιώδη γεγονότα της μυθοπλασίας, θέλοντας να κάνει πιο ένσαρκη την ενίοτε ξηρή διαδοχή ημερομηνιών και ονομάτων.

Και με άλλες ευκαιρίες είχα επισημάνει ότι την Βιτάλη την προσελκύουν ιστορικές στιγμές γενικότερων κρίσεων.Γνωρίζουμε,λ.χ., ότι για μια μακρά περίοδο,πριν από την `Αλωση,τα περιστατικά και οι συνειδήσεις των ανθρώπων βρίσκονταν σε έκρυθμη κατάσταση,καθώς το Βυζάντιο ως κρατική οντότητα διαλυόταν.Αλλά και στην Τρομοκρατία της μνήμης (1993),τα γεγονότα του τριημέρου του Πολυτεχνείου το 1973 και η τελική άλωσή του επιδρούν διαλυτικά στον ψυχικό κόσμο της νεαρής γυναίκας του βιβλίου. Συγκριτικά όμως με τα σύγχρονα θέματα, ούτε λόγος ότι η συγγραφική φαντασία έχει πολύ πιο ελεύθερο πεδίο όταν θέλει να ανασκευάσει μια εποχή σαν αυτή της Ιερής Παγίδας. Εν πολλοίς ο κόσμος του Βυζαντίου είναι αχαρτογράφητος και αινιγματικός,κάτι που δίνει στο εγχείρημα του σύγχρονου συγγραφέα μια γοητεία,παρέχοντάς του “ελευθερία κινήσεων”. Δεν λέω πως δεν υπάρχουν τεκμήρια σοβαρά για τη χρήση της κατοπινής έρευνας,αλλά το ότι ένα μέγιστο μέρος τους έχει διασωθεί από τα μοναστήρια με αλλεπάλληλες μεταγραφές,δεν αποτελεί ίσως εγγύηση της ιστορικής ακρίβειας. Επιπλέον,τα υπάρχοντα τεκμήρια είναι εξαιρετικά δυσκολο να απομονωθούν από θρύλους, λαϊκές δοξασίες και διαχρονικές λογοτεχνικές παραδόσεις.`Οπως όμως και να έχει, σε μια εποχή όπως η τρέχουσα, όπου αμφισβητείται όλο και πιο πολύ ι η μια και μοναδική άποψη για οποιοδήποτε συλλογικού χαρακτήρα,σημαντικό γεγονός, η μυθιστορηματική αφήγηση διεκδικεί τη δική της αλήθεια, την δική της πραγματικότητα.

Η ευρηματική της Βιτάλη αρχίζει να αναπτύσσεται και να αποδίδει λογοτεχνικά, στο σημείο εκείνο όπου εντοπίζεται το κενό ή η διχογνωμία των ιστορικών τεκμηρίων.Πράγματι,ο νεώτερος γιός του Λουκά Νοταρά,ο δεκατετράχρονος Ιάκωβος ή Ισαάκιος,εκτελέστηκε μαζί με τους συγγενείς του από τον Μωάμεθ τον Πορθητή ή,μήπως ισχύει η άλλη,πιο ευφάνταστη εκδοχή για την τύχη του:ότι δηλαδή τον συνέλαβαν οι τούρκοι και τον πήγαν,πρώτα στην Πόλη και έπειτα στην Αδριανούπολη,στο σουλτανικό χαρέμι ;Επιλέγοντας την εκδοχή αυτή,η συγγραφέας της Ιερής Παγίδας μπαίνει όπως και στο προηγούμενο βιβλίο της, Το παραμύθι του μεγάλου φόβου, στον γοητευτικό χώρο των απόκρυφων διηγήσεων, ένα χώρο που της είναι ιδιαίτερα αγαπητός, γιατί αφ’ ενός της δίνει την ευκαιρία να δημιουργήσει τις λογοτεχνικές αλχημείες της και να φανταστεί καταστάσεις πέρα από τις παραδεδομένες και ,αφ’ ετέρου, να κάνει ενδιαφέροντες συμφυρμούς εν μέρει πραγματικών και πλασματικών προσώπων.Λ.χ.,στο βιβλίο της παρελαύνουν ο Βησσαρίων,ο Γεννάδιος Σχολάριος,ο Ιωάννης Καντακουζηνός, αλλά μαζί με αυτούς υπηρέτες,εκκλησιαστικοί λειτουργοί,σκλάβοι και μυστικοσύμβουλοι που η μυθιστοριογράφος τους επινοεί για δείξει ότι πλάι στο ιστορημένο πάλλεται το ανιστόρητο.`Οτι κανένα γνωστό γεγονός,σημαντικό ή επουσιώδες ,δεν υπάρχει μόνο με τους διασωθέντες πρωταγωνιστές του.Από την πλευρά αυτή,λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι σε όλα τα βιβλία της η Βιτάλη ενδιαφέρθηκε να δείξει τον κόσμο των αφανών. `Οχι μόνο των αφανών ,των ανωνύμων της ζωής που περνούν στη σκιά της κάθε αφήγησης ,αλλά ακόμα και των αφανών πλευρών που έχει ο βίος των ιστορικών μορφών, οσοδήποτε και αν αυτές οι μορφές μας παραδόθηκαν με έναν δεδομένο χαρακτήρα.

Για να επιστρέψουμε όμως στην Ιερή Παγίδα, τον χαμένο αδελφό, τον Ιάκωβο, ξαναβρίσκουν απροσδόκητα οι τρεις θυγατέρες του Νοταρά στη Βενετία, σώζοντάς τον από την βασανιστική δουλεία του.Η δε Ιουστίνη,η μικρότερη από τις τρεις και βασική αφηγήτρια,γίνεται κυριολεκτικά το πρόσωπο που υφαίνει για λογαριασμό τής Βιτάλη την όλη μυθοπλασία.Με χρονικά άλματα και επιστροφές, με πληροφορίες που έχει αντλήσει από τα χειρόγραφα που της εμπιστεύθηκε ο αδελφός της-με τον οποίο μάλιστα φτάνει στο σημείο της απόλυτης ταύτισης και συμπάθειας,νομίζοντας σε ορισμένα σημεία ότι αυτή είναιαυτός ή το αντίστροφο-με αναμνήσεις δικές της και άλλων,διασταυρώνει ως persona της συγγραφέως τα πάντα,συνθέτοντας την δική της εκδοχή για όσα έγιναν και γίνονται.`Αλλοτε πρωτοπρόσωπα,μεταφέροντας σκέψεις,περιστατικά,εντυπώσεις,εικασίες,εικόνες που έζησε και είδε η ίδια, άλλοτε έμμεσα, αφήνοντας να ακουστούν συνειδητά, μέσα από τη φωνή της,παρέμβλητες περιγραφές συμβάντων από ημερολόγια, έγγραφα και επιστολές που γεμίζουν τα όποια κενά έχει η δική της αφήγηση και που δίνουν λεπτομέρειες τις οποίες δεν θα μπορούσε η ίδια να γνωρίζει. `Αλλοτε,τέλος,προοικονομώντας για λογαριασμό του αναγνώστη αυτό που πρόκειται να συμβεί,κάτι που που συμβαίνει συχνά στις αφηγήσεις που διαθέτουν το στοιχείο της παραμυθιτικής ανιστόρησης, αρχής γενομένης από την ομηρική Οδύσσεια.
Πρόκειται,όπως είπαμε, για ένα πολυπρόσωπο περιπετειώδες μυθιστόρημα, μαστορεμένο στο μεγαλύτερο μέρος του με ρεαλιστική προφάνεια,με χιούμορ,με αφέλεια εκεί όπου χρειάζεται.Αλλά και λυρική διάθεση η οποία κυρίως ανυψώνει τον τόνο της αφήγησης στις ονειροπολήσεις των προσώπων ,στις φαντασιώσεις αλλά και στις πολλές αισθησιακές εντάσεις τους-αν και ορισμένες από αυτές όπως και ορισμένοι διάλογοι ,προς το τέλος του βιβλίου,νομίζω ότι ρέπουν προς την μελοδραματική υπερβολή.`Ομως εκεί που νομίζω ότι φαίνεται κυρίως η ικανότητα της Βιτάλη είναι στη διαγραφή των χαρακτήρων της. Είτε έχουν ένα όνομα γνωστό από τα διάφορα βυζαντινά χρονικά (του Χαλκοκονδύλη και του Φραντζή),είτε αποτελούν επινοήσεις,ζουν στην Ιερή Παγίδα μια άλλη ζωή, εξαρτώμενη απολύτως από τα δεδομένα της μυθοπλασίας.Κάτι που ασφαλώς δεν είναι λίγο,γιατί δείχνει την προσεκτική οργάνωση του μυθιστορήματος.Εντέλει, όλοι τους,ευγενείς και πληβείοι,νικητές και ηττημένοι, κατοικούν έναν κόσμο που δεν διαφέρει και πολύ από τον κόσμο που συναντήσαμε στο Παραμύθι του μεγάλου φόβου.`Οχι μόνο γιατί αναπαριστάνουν και τα δυο κορυφαίες στιγμές της τελευταίας, πτωτικής και παρακμιακής περιόδου του Βυζαντίου, αλλά και γιατί εκφράζουν άμεσα ή έμμεσα τις ίδιες περίπου θέσεις της συγγραφέως για τους κανόνες της ιστορίας,τα κοινωνικά ήθη και τα πολιτικά συστήματα,προβάλοντας μέσα από το χρονικά δεδομένο και το γεωγραφικά προσδιορισμένο το διαχρονικά και διατοπικά δυνητικό.Οι δολοπλοκίες,ο αδυσώπητος αγώνας για την εξουσία,η σήψη που διογκώνονται ως φαινόμενα της βυζαντινής κοινωνίας στο σύνολό της,όσο περισσότερο εντείνονται τα σημάδια διάλυσης της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας.Και να σταθούμε επίσης στο στοχαστικό μέρος του βιβλίου,στις παρατηρήσεις για τη σύγκρουση του Χριστιανισμού με το Ισλάμ,την εσωτερική δομή των κοινωνιών της Δύσης και της Ανατολής που δεν έχουν αλλάξει και πολύ,την ιστορία που όπως πάντοτε γράφεται από την πλευρά εκείνων που κατορθώνουν και επιβιώνουν σε οποιαδήποτε κατάσταση.

ΑΛΕΞΗΣ ΖΗΡΑΣ

(Δημοσιεύτηκε στην ΑΥΓΗ 4.3.2007)


Labels:

Tuesday, May 08, 2007

ΚΡΙΤΙΚΕΣ 5

Πικρός βυζαντινός καφές: Βιτάλη

Λεία Βιτάλη, Ιερή παγίδα

Στην ανανέωση του ιστορικού μυθιστορήματος η “Ιερή παγίδα” ακολουθεί τις καινοτομίες του είδους ως προς στα εξής:1. Καταπιάνεται με τη Βυζαντινή περίοδο, η οποία δεν ήταν μέχρι πρότινος και πολύ αγαπημένη, αν και τα τελευταία χρόνια επανήλθε με τον “Σκούφο από πορφύρα” της Μ. Δούκα ή τους “Παλαιολόγους” του Λεονάρδου. (Και εγώ σαν Βυζαντινός Πατριάρχης άλλο που δεν θέλω για αυτήν την παραγνωρισμένη περίοδο του ελληνισμού).2. Βάζει γυναίκα αφηγήτρια, που σπάει την ανδρική κυριαρχία στις ιστορικές μορφές, και δικαιολογείται να εξιστορεί ένα χρονικό με διαφορετική εκδοχή από τα συνηθισμένα. Το ίδιο έκανε πάλι η Δούκα στον “Σκούφο από πορφύρα” αλλά και άλλοι συγγραφείς.3. Βρίσκει κενά στην ιστοριογραφία και τα συμπληρώνει με δική της εξήγηση των παρασκηνίων.4. Χειρίζεται επάξια τις αναχρονίες, καθώς κινείται εναλλάξ στα πριν το 1453 γεγονότα και στα μετά, χρόνος που συνταιριάζεται με την εναλλαγή στον τόπο, από την Κωνσταντινούπολη στη Βενετία με μια παρένθεση στην Αδριανούπολη.5. Έξοχη αποτύπωση του ευνουχισμού του ήρωα που αγγίζει τα όρια μιας σκληρής εικονοποιίας με απαράμιλλο ωστόσο αισθητικό αποτέλεσμα.6. ΠΡΩΤΙΣΤΟ: Η Βιτάλη προβληματίζεται πάνω στα αίτια της πτώσης της Πόλης Η αφήγηση, κατά τον Κούρτοβικ στο “Πού κοιτάζει ο δικέφαλος αετός”, (20.1.2007) “αμφισβητεί την αλήθεια των άλλων αφηγήσεων για την Άλωση”. Έτσι, “Η εικόνα που μας δίνει για την Κωνσταντινούπολη των παραμονών της Άλωσης μικρή σχέση έχει με την καθιερωμένη. Η Πόλη έχει ουσιαστικά αλωθεί εκ των ένδον πριν ακόμη την πατήσει ο Μωάμεθ. Ο Κωνσταντίνος αντιμετωπίζει την κατακραυγή του λαού του, που τον βρίζει προδότη για τη φιλοενωτική πολιτική του. Οι καλόγεροι πρωτοστατούν σε συνωμοσίες εναντίον του και πολλοί από αυτούς συνεργάζονται κρυφά με τους πολιορκητές. Ο Λουκάς Νοταράς θεωρεί αναπόφευκτο το τέλος της αυτοκρατορίας και αποβλέπει στη διαφύλαξη των προνομίων της τάξης του, γιατί, όπως λέει, οι αυτοκρατορίες παρέρχονται, αλλά μένουν εκείνοι που έχουν τη δύναμη με το χρήμα τους να κινούν την Ιστορία.”. Ο αναγνώστης εντέλει ξαναβλέπει τα γνωστά γεγονότα από άλλη εστίαση.Από την άλλη, το σοβαρότερο αρνητικό στοιχείο είναι η προσπάθεια να αφηγηθεί την ιστορία μια γυναίκα, που πολύ λίγη συμμετοχή μπορούσε να έχει στα γεγονότα. Ο Reader (7.1.2007) το εξηγεί ως εξής: «Πολλά από τα γεγονότα δεν τα έχει δει, σε πολλά είναι μάλλον εξωπραγματική η παρουσία της και όταν εξαντλούνται τα επιτυχημένα συγγραφικά τρικ και κλισέ (όπως η ανάγνωση ενός ημερολογίου) η όλη υπόθεση “μπάζει’’ κάτι που μπορούσε να αποφευχθεί με την ουδέτερη τριτοπρόσωπη περιγραφή.»Αυτό που προβληματίζει εμένα περισσότερο είναι η τάση του ιστορικού μυθιστορήματος. Ωραία, επιχειρεί να αναιρέσει την υποκειμενικότητα της ιστοριογραφίας, ωραία, προσπαθεί να ξαναδεί την ιστορία από άλλη σκοπιά… Αλλά μήπως εγκαθιδρύει μια άλλη μεροληψία στη θέση της παλιάς, μήπως υιοθετεί μια εξίσου μονόπλευρη θεώρηση και έτσι πλασάρει στον αναγνώστη μια αλήθεια εξίσου μονοδιάστατη; Κι αν η απάντηση είναι ότι η μυθοπλασία αναγκαστικά στήνει τη δική της (υποκειμενική) αλήθεια, τότε η λύση είναι το ανοιχτό μυθιστόρημα, που δεν χειραγωγεί προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, αλλά αφήνει εναλλακτικές επιλογές στον αναγνώστη.

Πατριάρχης Φώτιος (vivliocafe.blogspot.com)
(Δημοσιεύτηκε 15.3.2007)

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΣΤ

vasanta said...
Κατά τη γνώμη μου, ο όρος "ιστορικό μυθιστόρημα" είναι ευρύς και ταυτόχρονα εξαιρετικά περιορισμένος. Γιατί ένα μυθιστόρημα αυτού του είδους να διεκδικεί δάφνες ντοκιμαντερίστικου χρονικού;Ποια πτυχή του είναι αξιολογικά σπουδαιότερη: το ιστορικό πλαίσιο ή οι προσωπικές ιστορίες των ηρώων, που και στην περίπτωση που πρόκειται για υπαρκτά πρόσωπα η ζωή τους αντιμετωπίζεται από συγκεκριμένη οπτική και διανθίζεται ακόμα και με γεγονότα επινοημένα;Κατά πόσο, για παράδειγμα, ο "Μπαουντολίνο" του Έκο είναι ιστορικό μυθιστόρημα;
16:37
pelegrina said...
Καλησπέρα σαςΈνα βασικό χαρακτηριστικό αυτού του βιβλίου (το έχω μισοδιαβασμένο -όχι,δεν το παράτησα, απλώς διαβάζω ακανόνιστα και πολλά μαζί)είναι ότι δίνει την αίσθηση πως η συγγραφέας "αγαπάει" πραγματικά το -δύσκολο- θέμα της, το νοιάζεται, το "αγκαλιάζει" και το ζωντανεύει με θέρμη και ενδιαφέρον. Αυτό πάλι που λέτε για το ανοιχτό και το κλειστό: υπάρχουν αναγνώστες που όσο "ανοιχτό' και να είναι το μυθιστόρημα, ως κλειστό το διαβάζουν. Πάντα βρίσκουν "τι θέλει να σου πει". Πώς τα καταφέρνουν δεν ξέρω, αλλά νομίζω πως είναι κυρίως δική τους ψυχολογική ανάγκη. Άρα, νομίζω για το κοινό δεν έχει και μεγάλη σημασία αν θα είναι ανοιχτό ή κλειστό. Για την κριτική βεβαίως μάλλον έχει.Καληνύχτα
21:08
ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ said...
Αγαπητή Vasanta,ο όρος "ιστορικό μυθιστόρημα" όντως διευρύνεται και στενεύει ανά εποχή. Σε κάθε τέτοιο δείγμα η προσωπική ζωή -υπαρκτών ή πλασματικών- προσώπων συνυφαίνεται με τα γεγονότα της εποχής, άλλοτε υπέρ των μεν κι άλλοτε υπέρ των δε.Πέρα από αυτό, δεν καταλαβαίνω την απορία σου. Αν γίνεις πιο σαφής, θα επανέλθω.Αγαπητή Pelegrina, πράγματι η Βιτάλη δούλεψε με θέρμη το βιβλίο. Ως προς το ανοιχτό κείμενο, είναι φυσικό αυτό που λες: το κείμενο είναι ανοιχτό, για να μπορέσει ο μέσος αναγνώστης να του δώσει ΜΙΑ ερμηνεία και να το διαβάσει ως κλειστό, χωρίς να υποψιάζεται την "ανοιχτότητά" του.Άρα έχει σημασία, γιατί δίνει περιθώρια και ελευθερίες και δεν χειραγωγεί με απόλυτο τρόπο, όπως κάνει η συγγραφέας.Πατριάρχης Φώτιος
21:35
vasanta said...
Χρησιμοποίησα το μυθιστόρημα του Έκο, ως παράδειγμα βεβαιωτικό της άποψής μου για την ευρύτητα του όρου "ιστορικό μυθιστόρημα" και για το διαφορετικό τρόπο πρόσληψής του από τον κάθε αναγνώστη.Ο Έκο, δηλαδή, αν και τοποθετεί τον κορμό γύρω από τον οποίο ξετυλίγεται η διήγηση τις ημέρες της Άλωσης της Πόλης από τους Φράγκους, αν και εμπλουτίζει το έργο του με ποικίλα ιστορικά γεγονότα, αν και χρησιμοποιεί πρόσωπα υπαρκτά (π. χ. Νικήτας Χωνιάτης), προβάλλει έναν κόσμο φαντασίας και μύθων, με αποτέλεσμα η Ιστορία να αποτελεί μονάχα τον καμβά για την προβολή προσωπικών απόψεων.Εν τέλει, αυτό συμβαίνει με κάθε ιστορικό μυθιστόρημα, με συνέπεια, συχνά, να κυριαρχεί μια υποκειμενική προσέγγιση της Ιστορίας (πράγμα όχι αναγκαστικά καταδικαστέο).
14:59
ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ said...
Αγαπητή, Vasanta, δεν έχω διαβάσει το "Μπαουντολίνο", αλλά κατάλαβα τι εννοείς. Ο όρος "ιστορικό μυθιστόρημα", ανάμεσα σε άλλες παραμέτρους, για άλλους μελετητές έχει κατ' ανάγκη στενή σχέση με την Ιστορία γύρω από την υπόθεση και γι' άλλους όχι, αρκεί να διεξάγεται σε μια προηγούμενη περίοδο. Στην πράξη, ωστόσο, χρησιμοποιείται η πιο ελαστική συνθήκη, της απλής εξέλιξης της υπόθεσης σε αρκετά προγενέστερη εποχή. Επομένως, σ' αυτήν την περίπτωση δεν είναι σπάνια -κάθε άλλο- η περίπτωση το ιστορικό πλαίσιο να εμφανίζεται ως άλλοθι της δικής μας εποχής, ως σκηνικό που λειτουργεί αναλογικά με το σήμερα (βλ. την ανάλογη χρήση της ιστορίας της ελληνιστικής εποχής από τον Καβάφη, για να καυτηριάσει τη σήψη της δικής του/μας εποχής). Κλείνω με την επισήμανση ότι το συχνότερο είναι για το σύγχρονο ιστορικό μυθιστόρημα να ξαναδιαβάζεται το παρελθόν μέσα από το παρόν του συγγραφέα. Η ίδια η Ιστοριογραφία κάνει κάτι παρόμοιο.Σε αναμονή της άποψής σου.Πατριάρχης Φώτιος

Labels:

Wednesday, May 02, 2007

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ 3.

«Η Ιστορία αποτελείται κυρίως από ηττημένους, από αφανείς, από απατημένους»

Κάτω από τα σημερινά ηλεκτρικά φώτα, όσο λαμπερά κι αν είναι, όσο εκτυφλωτικά, σπάνια τα σκοτάδια της ψυχής του σύγχρονου ανθρώπου κατορθώνουν να καταποντιστούν, να κρυφτούν, να απαλυνθούν έστω. Κι εκεί έρχεσαι κι αναζητάς το φως των κηρίων μιας άλλη εποχής που μπορεί ν’ ανάψει και να υποδαυλίσει μόνο η λογοτεχνία μέσα από τα σκοτεινά σημεία της Ιστορίας. Της Ιστορίας που γράφεται από πολλές μικρές ιστορίες. Τότε φέρνεις το κερί σου πιο κοντά στο πρόσωπο το ιστορικό, το περασμένο, ίσως και ξεχασμένο, κι αναζητάς στις γραμμές του, το έρεβος του μυαλού και της καρδιάς σου, εκεί στο βλέμμα του άλλου, από το παρελθόν, που πρωταγωνίστησε στην Ιστορία, όσο πρωταγωνιστείς κι εσύ στη δική σου μικρή ιστορία.
Αν είσαι βέβαια έτοιμος και διατεθειμένος να παγιδευτείς στη μαγεία του παρελθόντος άλλοτε με αποτροπιασμό και άλλοτε γοητευμένος από την ουσία που σου αφήνει. Όλα αυτά εννοείται, αν σε βοηθήσουν οι συνθήκες. Δηλαδή αν ο συγγραφέας που σου απευθύνεται μέσα από το ιστορικό του μυθιστόρημα, μπορεί να εισχωρήσει στην ανθρώπινη ψυχή, μπορεί να σε ταξιδέψει στις δαιδαλώδεις στοές του μυαλού, μπορεί να σε φέρει εκεί πρόσωπο με πρόσωπο με τους ήρωες, να ακούσεις την ανάσα τους, να νιώσεις τον παλμό της καρδιάς τους, να αφουγκραστείς την έννοια τους.
Και μια τέτοια περίπτωση συγγραφέα είναι η Λεία Βιτάλη. Με το βιβλίο της που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη και τιτλοφορείται «Ιερή παγίδα -Το απόκρυφο χρονικό της Κωνσταντινούπολης» κατορθώνει να γητέψει τον αναγνώστη και να τον φέρει αντιμέτωπο με τη βία και τη σκληρότητα της εποχής που ζούμε, περνώντας τον πρώτα μέσα από τα ιστορικά μονοπάτια του Βυζαντίου, βυθίζοντάς τον στο βούρκο της Βενετίας, και της πολιτικής του καιρού εκείνου, ρίχνοντάς τον στην πυρακτωμένη Πόλη τροφή για τη φωτιά του μίσους. «...Κι ενώ όλα τα πράγματα στη ζωή μας ήταν πάντα τα ίδια, η πολιτική δεν ήταν ποτέ. Άλλαζε κάθε λίγο από και λιγάκι, κι από άνθρωπο σε άνθρωπο...»

- Γιατί γυρίσατε στο παρελθόν με το βιβλίο σας για να μιλήσετε για τη βία και τα δεινά του πολέμου; Λέτε χαρακτηριστικά κάπου: «...Ο πόλεμος έμπαινε σιγά σιγά στην ψυχή μας...»
«Κοιτάξτε, οι τελευταίοι πόλεμοι είναι πολύ νωποί ακόμη στο μυαλό μας. Αν μιλούσα γι’ αυτούς θα ήταν εν θερμώ. Ωστόσο το «εν θερμώ» δεν είναι καλός σύμβουλος στη λογοτεχνία, σας το ορκίζομαι. Άλλωστε είναι πολύ δύσκολο να κρατηθείς αντικειμενικός. Σίγουρα το αίσθημα της δικαιοσύνης που διακρίνει συνήθως τον συγγραφέα θα τον έκανε να κλίνει προς τη μεριά των θυμάτων. Κι αυτό σε τελική ανάλυση θα έμοιαζε διδακτικό. Πιστεύω ότι και οι θύτες είναι θύματα κάποιων άλλων θυτών. Πάντα υπάρχει πίσω από έναν «κακό» κάποιος πιο «κακός» που τον ωθεί στις ακρότητες του πολέμου. Ας μην ξεγελιόμαστε με τις βιτρίνες. Ο πόλεμος μπαίνει ύπουλα στην ψυχή.»

- Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου αναγράφεται: «Εδώ δεν υπάρχουν ήρωες». Αισθάνεστε ότι το ίδιο συμβαίνει και με τη δική μας εποχή;
«Αντίθετα. Νομίζω ότι η εποχή μας είναι γεμάτη ήρωες. Μόνο που δεν είναι πραγματικοί. Είναι εικονικοί! Ξέρετε εγώ δεν είμαι υπέρ των ηρώων. Και συνήθως η Ιστορία μας μιλάει για τους ήρωες, τους νικητές, ή τους πεσόντες ηρωικά. Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι παραποίηση της Ιστορίας. Η Ιστορία αποτελείται κυρίως από ηττημένους, από αφανείς, από απατημένους. Ακόμη και τα «σπουδαία» ιστορικά πρόσωπα θεωρώ πως στην πραγματικότητα ήταν απατημένοι. Κι εγώ προσπάθησα να αποκαλύψω αυτή την απάτη. Να ξεσκεπάσω κίνητρα και σκοτεινές επιθυμίες. Το κουρέλιασμα π.χ. ενός βασιλιά που χάνει τον θρόνο και το σκάει για να σώσει το τομάρι του εγκαταλείποντας αυτούς που έπρεπε να υπερασπιστεί. Το ίδιο κάνουν όλοι οι ηγέτες στα δύσκολα αν δεν προλάβουν να τους σκοτώσουν οι αντίπαλοι. Αυτοί είναι οι δικοί μου αντιήρωες.»

- Ποιες αντιστοιχίες βρίσκετε ανάμεσα σε μας και στους ανθρώπους της εποχής της Άλωσης;
«Οι δυνατοί κατασπαράσσουν τους αδύνατους. Τότε η δύναμη ήταν το Ισλάμ και οι νεαροί μωαμεθανοί Τούρκοι.»

- Με εντυπωσίασαν τα εμβριθή και απολύτως τεκμηριωμένα ψυχογραφήματα των πρωταγωνιστών της «Ιερής Παγίδας», αν και δεν συναντά εύκολα κανείς κάτι τέτοιο στα ιστορικά μυθιστορήματα. Πώς ένας άνθρωπος του 21ου αιώνα μπορεί να βυθιστεί στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων της Πόλης του 1453 μ.Χ.;
«Η συγγραφή αυτού του βιβλίου κράτησε έξι χρόνια και ήταν μια επίπονη αλλά συναρπαστική περιπέτεια. Ήθελα να γράψω ένα αλλιώτικο ιστορικό μυθιστόρημα που να εστιάζει στους ανθρώπους και στην ψυχολογία τους, ενώ τα γεγονότα θα προέκυπταν από αυτούς, από τις επιθυμίες τους και τις φιλοδοξίες τους και τη σύγκρουσή τους με τους άλλους. Ήταν πολύ φιλόδοξο. Ένα στοίχημα με τον εαυτό μου. Λατρεύω τα δύσκολα, με κάνουν να νιώθω ότι πραγματικά παλεύω κι αυτό με τροφοδοτεί. Στο σπίτι που μένω, υπάρχει ένα υπόγειο που η επικοινωνία του με το υπόλοιπο σπίτι είναι ελάχιστη. Μπορείς να κλειστείς εκεί, να σβήσεις το φως, ν’ ανάψεις κεριά, να βλέπεις γύρω στους πέτρινους τοίχους σκιές και ν’ ακούς μόνο τα γαυγίσματα των σκύλων. Τότε αρχίζεις και νιώθεις έναν αλλιώτικο φόβο. Την εποχή εκείνη την χαρακτήριζε ο φόβος. Όχι όπως σήμερα που είναι αόρατος αλλά χειροπιαστός. Έτσι εισχώρησα σιγά σιγά στην ψυχολογία των ηρώων μου.»

- Τι δουλειά απαιτήθηκε από σας σε επίπεδο μελέτης και έρευνας;
«Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να ξανακάνω αυτή τη δουλειά. Έχω αποκτήσει μια μεγάλη βιβλιοθήκη από συγγράμματα της εποχής, βιβλία γνωστών βυζαντινολόγων, papers από καθηγητές ξένων πανεπιστημίων που έγραψαν κείμενα βάσει των αρχείων της Βενετίας. Έγιναν ατελείωτες εποικοδομητικές συζητήσεις με γνωστούς έλληνες βυζαντινολόγους, καθοδηγήθηκα στις πρώτες μου έρευνες από τον αείμνηστο βυζαντινολόγο σερ Στήβεν Ράνσιμαν. Κι όλο αυτό κράτησε έντεκα χρόνια. Ούτε ξέρω πώς πέρασαν. Αλλά τα λάτρεψα όλα αυτά. Έτσι ανακάλυψα μια μέρα τον μικρό Ιάκωβο Νοταρά, τον πανέμορφο 14χρονο γιο του Πρωθυπουργού του Βυζαντίου, για τον οποίο είναι γνωστό ότι τον… ερωτεύθηκε ο Μωάμεθ ο πορθητής κι άλλοι λένε ότι τον σκότωσε κι άλλοι ότι τον πήρε στο χαρέμι του. Προτίμησα τη δεύτερη εκδοχή που συνάδει και με τις αποκαλύψεις των αρχείων της Βενετίας. Έτσι έστησα το παραμύθι μου.»

- Θα ήθελα να μάθω ποιο ήταν το αρχικό σας ερέθισμα-κίνητρο για να γράψετε αυτό το μυθιστόρημα.
«Μα η καταγωγή μου από την Κωνσταντινούπολη. Έψαχνα τις ρίζες μου, τη διαφορετικότητά μου, τις μνήμες του πατέρα μου. Και σιγά σιγά κατρακυλούσα με τα γιατί και τα πώς προς τα πίσω. Ώσπου βρέθηκα αντιμέτωπη με το κορυφαίο γεγονός της Άλωσης. Κι εκεί σταμάτησα. Κι άρχισα να ψάχνω. Και ανακάλυψα άλλα από αυτά που ήξερα για το ρόλο της εκκλησίας, τον πάπα, τους ηγέτες, την ίδια την άλωση της Πόλης. Ξέρετε κάτι; Η ιστορία που γράφουν οι ιστορικοί βασίζεται σε γεγονότα. Αυτά τα γεγονότα ωστόσο πολλές φορές αφήνουν κενά καθώς οι ιστορικοί έχουν τον ανασταλτικό παράγοντα της αντικειμενικότητας. Αυτά τα κενά ο συγγραφέας μπορεί να τα γεμίσει με υποκειμενικές απόψεις και φαντασία, έτσι που το παζλ να ολοκληρώνεται. Και μ’ αυτόν τον μαγικό τρόπο η ιστορία να γίνεται πιο αληθινή. Πιο ανθρώπινη.»

- Για μια συγγραφέα, σαν κι εσάς, με πλούσιο παρελθόν θεατρικών κειμένων δεν ήταν λίγο «παρακινδυνευμένο» να στραφείτε στο ιστορικό μυθιστόρημα που θεωρείται περίπου «μόδα» τα τελευταία χρόνια;
«Και τι είναι αυτό που αποκλείει τον συγγραφέα από το να γράφει και μυθιστορήματα και θεατρικά έργα; Ανέκαθεν το έκανα αυτό και με γοήτευε και με ανανέωνε. Έχω γράψει εφτά βιβλία και εφτά θεατρικά. Εναλλάξ. Υπάρχουν θέματα που απαιτούν αφήγηση για να υλοποιηθούν και άλλα διάλογο. Άλλωστε εγώ πάντα είχα να κάνω κατ’ αρχήν με χαρακτήρες και την ψυχολογία τους.»

- Γράφετε στο βιβλίο για το βασικό σας ήρωα, τον Ιάκωβο, ότι ο πατέρας του τον συμβούλευε να πηγαίνει με το ρεύμα. Πώς θέλετε να κινείστε εσείς στο λογοτεχνικό χώρο; Αισθάνεστε ότι υπάρχει κάποιο ρεύμα αυτή τη στιγμή στη νεοελληνική λογοτεχνία; Και πώς βλέπετε τον εαυτό σας; Τον τοποθετείτε κάπου;
«Να σας πω. Όποιος πηγαίνει με το ρεύμα κάνει συνήθως ανώδυνα πράγματα, γλιστράει μαλακά πάνω στην επιφάνεια, γράφει βιβλία που χαϊδεύουν τον αναγνώστη και το κατεστημένο, είναι ως επί το πλείστον καλό παιδί, γίνεται πολλές φορές ευπώλητος, δεν ταράζει. Δεν ξέρω αν με χαρακτηρίζουν όλα αυτά. Πάντως έτσι κι αλλιώς απεχθάνομαι τις ταμπέλες, τις μόδες και τα ρεύματα. Με κρυώνουν! Πάντως στην Ελλάδα έχουμε καλούς συγγραφείς ανεξαρτήτως ρευμάτων.»

- Η πολιτική, η εξουσία, η δύναμη, το χρήμα κινούν τα νήματα της Ιστορίας, μέσα από τη δική σας εν προκειμένω μυθοπλαστική σκοπιά, όπως και ο έρωτας. Μιλήστε μου λίγο για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίσατε το θέμα σας μέσα απ’ αυτό το πρίσμα.
«Μα όλα αυτά είναι η ίδια η ζωή, δεν είναι; Δεν μπορώ να σκεφτώ να γράψω χωρίς να τα συμπεριλάβω όλα αυτά. Θα είναι κάτι μισό, ανολοκλήρωτο, ψεύτικο, από μια μόνο σκοπιά. Δεν θα μιλάω για αληθινούς ανθρώπους αλλά για μονοδιάστατα καρτούν.»

- Κατάγεστε από την Κωνσταντινούπολη. Τι ρόλο έχει διαδραματίσει αυτό στις επιλογές σας στο εν λόγω μυθιστόρημα, αλλά και εν γένει στη διαμόρφωση της δικής σας συγγραφικής προσωπικότητας;
«Θα έλεγα με έχει διαμορφώσει ως άνθρωπο κατ’ αρχήν και κατόπιν ως συγγραφέα. Νιώθω ξένη στον τόπο που ζω. Πρέπει συνεχώς να αποδεικνύω την αξία μου, αν έχω βέβαια κάποια. Νιώθω άνθρωπος χωρίς ρίζες. Ο πατέρας μου δεν είχε ρίζες εδώ. Αλλά ούτε και η μητέρα μου. Οι δικοί της ήταν μετανάστες στην Αμερική. Δεν είχαμε χωριό να πάμε. Και φίλους από τα παιδικά μας χρόνια. Αυτό δημιουργεί μια άλλη στάση ζωής και περνάει σε οτιδήποτε κάνεις.»

- Στο βιβλίο εμφανίζονται πολύ γήινοι άνθρωποι-χαρακτήρες από την πλευρά των αισθημάτων και των σκέψεων, προσιτοί στον αναγνώστη, και από την άλλη, υπάρχει μια έντονη μεταφυσική χροιά που διαπερνά όλο το βιβλίο. Αυτό είναι και, κατά τη γνώμη μου, το δυνατό στοιχείο της «Ιερής Παγίδας». Ήταν δική σας επιδίωξη αυτό; Και πώς το «χτίσατε» μέσα από την αφήγηση;
«Χαίρομαι που σας άγγιξε αυτό. Δεν θα το χαρακτήριζα ως «μαγικό ρεαλισμό» γιατί είναι κάτι που προκύπτει από μια πολύ δυνατή επιθυμία. Στο βιβλίο υπάρχει μια παράξενη υπερβατική επικοινωνία μεταξύ της αφηγήτριας και του πρωταγωνιστή που είναι αδέλφια και που εκείνη γεννήθηκε για να πάρει τη δική του θέση στην καρδιά της μητέρας τους. Έτσι είναι σαν να βρίσκεται εκείνη πάντα μέσα στο δικό του το μυαλό. Βιώνει τη ζωή του και την αφηγείται. Δεν είναι ένας τριτοπρόσωπος παντογνώστης αφηγητής. Είναι μια πολύ υποκειμενική οπτική. Που με γοήτευσε πολύ όταν το σκέφτηκα γιατί είναι κάτι πρωτόγνωρο. Ω, έχει πολλά τρελά αυτό το βιβλίο.»

- Υπάρχει στο μυθιστόρημα και μια άλλη βασανιστική και συνάμα γοητευτική διελκυστίνδα, αυτή της Ανατολής-Δύσης. Και σε επίπεδο σκέψης και φιλοσοφίας και πολιτικής. Οι δύο πόλοι που είτε απωθούνται είτε συγκρούονται στη «χρυσή τομή» της Πόλης. Νιώθετε σήμερα να έχει αμβλυνθεί αυτό το τραγικό δίπτυχο ή μήπως μεταλλάσσεται παγκοσμίως σ’ αυτό το εξίσου επικίνδυνο ισλαμικός-δυτικός κόσμος;
«Κοιτάξτε πιστεύω ότι ο διπολισμός είναι βαθιά ριζωμένος μέσα στον άνθρωπο. Και σε επίπεδο προσωπικό αλλά και σε επίπεδο κοινωνικό. Ο άνθρωπος είναι πολεμιστής, βίαιος, και η φύση του απαιτεί το αντίπαλο δέος για να πολεμήσει και να νικήσει ή να ηττηθεί. Έτσι δημιουργούνται τα αντίθετα. Που συγκρούονται και έλκονται. Όλη η ιστορία του ανθρώπου είναι αυτά τα δυο αντίθετα. Καλό-κακό. Πλούσιος-φτωχός. Ωραίος-άσκημος. Δύση-Ανατολή. Πιστός-άπιστος και ούτω καθ’ εξής. Και ο άλλος πάντα είναι ο εχθρός. Φυσικά αυτό είναι ένας τρόπος χειραγώγησης του κόσμου. Μια ολόκληρη μυθολογία που πίσω από αυτήν κρύβονται άλλα πράγματα. Με την «Ιερή Παγίδα» το κατάλαβα πολύ καλά αυτό το κόλπο. Μη νομίζετε ότι ένας συγγραφέας ξέρει απολύτως που βαδίζει γράφοντας. Το ενδιαφέρον είναι ότι η ίδια η γραφή σου αποκαλύπτει και σε διαμορφώνει. Βγήκα από αυτήν την περιπέτεια ίσως λίγο πιο σοφή.»

- Πείτε μου λίγα λόγια για τις λογοτεχνικές σας επιρροές.
«Ο πατέρας μου διάβαζε γαλλική λογοτεχνία, Ουγκώ, Μπαλζακ, Ρομαίν Ρολλάν. Η μητέρα μου Καζαντζάκη, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι. Συνέχισα με Πόε, Κάφκα, Γιουρσενάρ, Ντυράς, Γουλφ, Χάντκε, Ντε Σαντ, Τσέχωφ, Ύψεν, Μάρκες, Σαραμάγκου, ελληνική λογοτεχνία αλλά και αστυνομικά, μυστηρίου, πορνογραφικά, κόμικς. Μπορώ να αραδιάσω ατέλειωτα ονόματα. Είμαι μανιώδης και καθόλου εκλεκτική στα είδη. Αρκεί να με γοητεύει. Και αφήνομαι να γοητεύομαι σαν παιδί. Όπως όταν γράφω.»

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΚΑΛΙΔΗ

(Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στη «Φιλολογική Βραδυνή» 27/1/2006)

Labels: